Νερό στη σοκολάτα: τι κάνουμε;

Το “σοκολατένιο ατύχημα” και η λύση του

Αυτό είναι αλήθεια. Και, σαν πολλές από τις αλήθειες, πονάει… Είναι ο “τρόμος της νοικοκυράς” όταν λιώνει σοκολάτα με αυτόν τρόπο. “Θα μπορέσω να καλύψω τις καραμελωμένες πορτοκαλόφλουδες με σοκολάτα πριν τις γαρνίρω –τελικά– με τις φράουλες ;”. “Θα μου πετύχει η γέμιση στο κέικ;” κ.λ.π  Ξαφνικά, εκεί που η σοκολάτα μας (κομμένη σε μικρά κομματάκια για να διευκολύνουμε την “επιχείρηση λιώσιμο”) αρχίζει να γίνεται ρευστή και ετοιμαζόμαστε για το επόμενο βήμα, μία αναθεματισμένη σταγόνα νερού, (είτε επειδή έχουμε δυνατή φωτιά και το νερό κοχλάζει, είτε επειδή υγροποιήθηκαν οι υδρατμοί), πέφτει πάνω στη λιωμένη σοκολάτα μας.

Η σοκολάτα αρχίζει να γίνεται πολύ παχύρευστη, αρχίζει να σφίγγει και να σχηματίζονται σβώλοι. Μέχρι που τελικά πήζει ξανά και καταλήγει να μην είναι χρησιμοποιήσιμη για τον σκοπό που την θέλαμε.

Γιατί συμβαίνει αυτό;

Η λιωμένη σοκολάτα αποτελείται από μία συνεχή φάση ρευστών λιπαρών ουσιών (το βούτυρο κακάο, δηλαδή), κατά την οποία μέσα στη μάζα της σοκολάτας υπάρχουν υπάρχουν διασκορπισμένα στερεά μόρια κακάο, μαζί με μικροσκοπικούς κρυστάλλους ζάχαρης, καλυμμένους με λεκιθίνη για να βελτιώνεται με τον τρόπο αυτό η διασπορά τους (άρα η έλλειψη συνοχής, άρα η ρευστότητα της σοκολάτας).

Η ζάχαρη είναι υδρόφιλη, αγαπά, δηλαδή, το νερό. Και όταν λέμε το αγαπά, το αγαπά πραγματικά, “δένεται”  μαζί του. Το ακριβώς αντίθετο από το βούτυρο κακάο, και τα στερεά μόρια του κακάο που, αντιθέτως, το απωθούν.

Η ζάχαρη είναι διασκορπισμένη μέσα στη λιπαρή ουσία (βούτυρο κακάο), σε πολύ μικρούς κρυστάλλους, τόσο μικρούς που δεν μπορούμε να τους νιώσουμε με τη γλώσσα.

 

Όταν λοιπόν μία μικρή ποσότητα νερού έρχεται σε επαφή με την λιωμένη σοκολάτα, αυτές οι σταγόνες ούτε που θέλουν καν να το σκεφθούν να αναμειχθούν με την λιπαρή ουσία. Αντίθετα, η ζάχαρη ελκύεται αμέσως από τα “κάλλη” του νερού και συγκεντρώνεται γύρω από τις μικροσκοπικές σταγόνες του νερού. Το νερό είναι σε μικρή ποσότητα γι’ αυτό και δεν μπορεί να λιώσει την, πολύ μεγαλύτερή του, ποσότητα ζάχαρης που συνήθως βρίσκεται μέσα στη σοκολάτα. Και έτσι σχηματίζονται σβώλοι.

 

Είναι ακριβώς το ίδιο φαινόμενο που συμβαίνει και όταν μία σταγόνα καφέ μας ξεφύγει και πέσει μέσα στη ζαχαριέρα, ή όταν το βρεγμένο από καφέ κουταλάκι το βυθίσουμε στη ζάχαρη: και σε αυτές τις περιπτώσεις, δημιουργούνται σβώλοι ζάχαρης.

 

Η λιγοστή λεκιθίνη που υπάρχει στη σοκολάτα, τώρα πια δεν επαρκεί για να κρατήσει απομακρυσμένους μεταξύ τους αυτούς τους σβώλους βρεγμένης ζάχαρης, που τώρα πια έχει διαχωρισθεί από το λιπαρό μέρος της σοκολάτας, καθιστώντας την μη χρησιμοποιήσιμη για τους σκοπούς που την λιώναμε. Πάει πια η επικάλυψη των πορτοκαλόφλουδων από καθαρή, πηκτή κουβερτούρα. Πάει και η γέμιση του κέικ μας…

Δεν μπορούμε καν να ελπίσουμε ότι θα διορθώσουμε την κατάσταση συνεχίζοντας να ζεσταίνουμε κι’ άλλο την σοκολάτα μας. Το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να την καταστρέψουμε οριστικά, διακινδυνεύοντας να την κάψουμε.

Τι μπορούμε να κάνουμε λοιπόν ;

Διαβάζω στο ίδιο άρθρο της Phoebe :

«Αν κατά λάθος την κάψουμε, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για να την σώσουμε γιατί πικρίζει και μετατρέπεται σε μια σφικτή μάζα.  Το ίδιο συμβαίνει αν κατά λάθος στάξει νερό μέσα στη σοκολάτα την ώρα που την λιώνουμε!»

Είναι πράγματι για πέταμα, λοιπόν, η σοκολάτα μας; Στη δεύτερη περίπτωση “ατυχήματος”, αυτή του βρεξίματος το νερό, η απάντηση είναι ΟΧΙ.

Εάν επιστρέψουμε, για παράδειγμα, στην ζαχαριέρα και τη σταγόνα του καφέ, τι βλέπουμε ; Ότι οι σβώλοι σχηματίζονται μόνο εάν η ποσότητα του υγρού είναι λίγη, όχι δηλαδή αρκετή για να λιώσει, να διαλύσει, όλη τη ζάχαρη που βρίσκεται μέσα στη ζαχαριέρα. Γιατί λοιπόν να μη σκεφθούμε μία λύση ανάλογη και στη περίπτωση της σοκολάτας;

Να λοιπόν, πως μπορούμε να διορθώσουμε την κατάσταση.  Και ας φαίνεται παράδοξη σαν λύση : λίγες σταγόνες νεράκι δημιούργησαν το πρόβλημα, αυξάνοντας την ποσότητά του μπορούμε να έχουμε την λύση του. Έτσι, χωρίς να είναι απαραίτητο να συνεχίσουμε το ζέσταμα της σοκολάτας (ο κίνδυνος να καεί και να καταστραφεί ανεπανόρθωτα πάντα ελλοχεύει), μπορούμε να προσθέτουμε ένα κουταλάκι τη φορά χλιαρό νερό, και να ανακατεύουμε μετά την κάθε προσθήκη. Πολύ σύντομα θα διαπιστώσουμε ότι η σοκολάτα θα ξαναγίνει ρευστή.

Το νερό τώρα έχει λιώσει τη ζάχαρη και “έχει αναστρέψει” το γαλάκτωμα. Εκεί όπου πρώτα είχαμε φυτικό λίπος με σκόρπιες μικροποσότητες ζάχαρης, σβολιασμένες γύρω από μόρια νερού, τώρα έχουμε μία συνεχή υδαρή φάση, με τη ζάχαρη λιωμένη, συνεπώς αραιωμένη. Τώρα είναι οι σταλίδες του φυτικού λίπους που είναι διασκορπισμένες μέσα σε ένα υδαρές επριβάλλον, πάντα με την βοήθεια της λεκιθίνης.

 

Δυστυχώς, έχοντας προσθέσει νερό, δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την σοκολάτα μας για εκείνες τις περιπτώσεις που απαιτείται να χρησιμοποιηθεί καθαρή, σκέτη, σοκολάτα.

Μπορούμε όμως να τη χρησιμοποιήσουμε ανακυκλώνοντάς τη και φτιάχνοντας μία σοκολάτα ή μία κρέμα ganache, προσθέτοντας φρέσκια κτυπημένη κρέμα γάλακτος.

Όσο περισσότερο κακάο περιείχε η σοκολάτα που επιχειρήσαμε να λιώσουμε σε μπεν μαρί, τόσο περισσότερη λιπαρή ουσία περιέχει, συνεπώς τόσο περισσότερο νερό θα χρειασθεί για να πετύχουμε να διορθώσουμε το πρόβλημα. Μία κουβερτούρα που σας λέει ότι περιέχει 70% κακάο θέλει πολύ περισσότερο νερό από μία 45% περιεκτικότητας σε κακάο. Για τον λόγο αυτό δεν χρειάζεται βιασύνη, προσθέτουμε αργά-αργά το νερό και ανακατεύουμε καλά με την κάθε προσθήκη, ώστε να διαλυθούν οι σβώλοι, τους οποίους κατά το ανακάτεμα πιέζουμε προσπαθώντας να βοηθήσουμε με τον τρόπο αυτό τη διάλυσή τους.

Για να λιώσουμε την κουβερτούρα αποκλείοντας κάθε επαφή του με το νερό, μπορούμε πράγματι, όπως γράφει στο άρθρο της η Phoebe, να χρησιμοποιήσουμε τον φούρνο μικροκυμάτων. Αν και προσωπικά η χρήση τους με βρίσκει απολύτως αντίθετο, οφείλω να μεταφέρω εδώ ότι είναι μία λύση που κρατά το νερό μακριά από την σοκολάτα. Και εδώ, όμως, πρέπει να ενεργήσουμε με προσοχή. Να προχωρούμε με βήματα των 15-20 δευτερολέπτων, σε μέτρια ένταση και ανακατεύοντας καλά μετά από κάθε ζέσταμα, για να αποφύγουμε να μας καεί.

Εάν προτιμάτε τον παραδοσιακό τρόπο, αυτό του μπεν μαρί, μη φαντασθείτε ότι η λύση βρίσκεται στο να σκεπάσετε το κατσαρολάκι με το καπάκι του. Η θερμότητα θα δημιουργήσει υδρατμούς που αναπόφευκτα θα πέσουν πάλι μέσα στο κατσαρολάκι με τη λιωμένη σοκολάτα, προκαλώντας την καταστροφή.

Η σοκολάτα περιέχει ελάχιστο νερό, λιγότερο από 1,5%. Εάν φθάσει το 2%-4%,  επέρχεται η καταστροφή, όπως μόλις είδαμε και μόνο εάν αυξήσουμε την ποσότητα του νερού στο 20%-30%  θα καταφέρουμε να διορθώσουμε την κατάσταση και να ξαναδημιουργήσουμε ένα γαλάκτωμα.

Υπάρχει λοιπόν, μία “επικίνδυνη ζώνη” όπου το νερό είναι πολύ λίγο για να επιτρέψει στη σοκολάτα να “ξαναπάρει τα πάνω της”. Αυτό σημαίνει μάνι-μάνι ότι συνταγές που περιλαμβάνουν συστατικά που περιέχουν νερό, πρόσθετα στη σοκολάτα, πρέπει να προβλέπουν και μία σημαντική ποσότητα νερού. Θυμηθείτε ότι ακόμα και υλικά όπως τα αυγά ή το βούτυρο περιέχουν και αυτά νερό. Όσο δε πιο υψηλής περιεκτικότητας είναι σε κακάο η σοκολάτα που χρησιμοποιείται, τόσο περισσότερο πρέπει να είναι αυτό το νερό. Να γιατί καμιά φορά, μία συνταγή που μας πετύχαινε πάντα χρησιμοποιώντας σοκολάτα  περιεκτικότητας 45% σε κακάο, μπορεί να αποτύχει οικτρά χρησιμοποιώντας σοκολάτα 70%. Το νερό, πρόσθετο ή περιεχόμενο σε άλλα συστατικά δεν ήταν, πλέον, αρκετό

Και κάτι ακόμη που πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν όταν δουλεύουμε με λιωμένη σοκολάτα, άμεσα συνδεδεμένο με τα παραπάνω, είναι η σειρά με την οποία χρησιμοποιούνται τα υλικά.

Για να αποφευχθεί ο σχηματισμός σβώλων, κατά την κατασκευή του γλυκού, πλέον, πρέπει να αποφεύγονται καταστάσεις κατά τις οποίες μία μικρή ποσότητα νερού έρχεται σε επαφή με την σοκολάτα, ακόμη και εάν αυτό διαρκεί ελάχιστα δευτερόλεπτα.

Τώρα καταλαβαίνετε γιατί όταν προσθέτετε υδαρή υγρά στη λιωμένη σοκολάτα είναι πάντα απαραίτητο να ανακατεύετε έντονα, και γιατί προσθέτετε γρήγορα-γρήγορα και τα υπόλοιπα υγρά συστατικά του γλυκού, τα οποία αυξάνουν το νερό σε σημείο που να ξεπερνά το “ποσοστό ασφαλείας”.

Είναι προτιμότερη η προσθήκη της λιωμένης σοκολάτας μέσα στα υγρά του γλυκού, γιατί έτσι απομακρύνεται οριστικά ο κίνδυνος να βρεθεί η σοκολάτα μας σε επαφή με μικρή ποσότητα νερού.

Μία άλλη λύση, που τη συνιστούν πολλοί ζαχαροπλάστες, είναι εκείνη του να λιώνουμε την σοκολάτα κατευθείαν μέσα στα υγρά του γλυκού (ζεσταίνουμε την σοκολάτα μέσα σε βούτυρο, κρέμα γάλακτος, γάλα, κ.λ.π.), απαλείφοντας έτσι το πρόβλημα από την ρίζα του.

One thought on “Νερό στη σοκολάτα: τι κάνουμε;

Add yours

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Up ↑

Discover more from Cookpad Greece

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading